Παραδόσεις Ήθη & Έθιμα

Πατήστε στο βελάκι για λεπτομέρειες

Θρησκευτικές Τελετές

Η περιφορά των εικόνων την ημέρα της εορτής του Αγίου Γεωργίου

Την ημέρα του Αγίου Γεωργίου μετά τη λειτουργία γινόταν η περιφορά των εικόνων και του Λαβάρου. Πριν από την περιφορά υπήρχε το έθιμο να γίνεται η δημοπρασία των εικόνων. Για κάθε εικόνα ξεχωριστά γινόταν χρηματικές προσφορές από τους χωρικούς. Όποιος έδινε τα περισσότερα είχε και την τιμή να μεταφέρει ο ίδιος την εικόνα κατά την περιφορά. Οι μεγαλύτερες σε αξία εικόνες ήταν και οι πιο ακριβές με πρώτη την εικόνα του Αγίου Γεωργίου

Η πορεία έκανε το γύρω του χωριού. Πρώτα πήγαινε ο παπάς ακολουθούσε η σημαία (το Λάβαρο) του Αγίου Γεωργίου και κατόπιν οι υπόλοιπες εικόνες και οι χωρικοί.

Η πορεία έκανε το γύρω του χωριού, όταν έφτανε σε ορισμένα δένδρα χαρακτηριστικά και με ιδιαίτερη για το χωριό σημασία, λόγω της θέσης τους, της ηλικίας τους του μεγέθους τους ή της σπανιότητας τους τότε με μία “αρίδα” (αρίδα η [aríδa] : είδος τρυπανιού (ξυλουργικού, γεωτρήσεων κτλ.).) έκαναν στο δένδρο μία τρύπα, έβαζαν μέσα λίγο ψωμί και ξανάκλειναν την τρύπα με ένα ξύλο.

Αυτή η τελετή λεγόταν “το ύψωμα των δέντρων“.

Κατά την πορεία δε όσοι ήταν άρρωστοι ξάπλωναν στο έδαφος για να περάσουν οι εικόνες από πάνω τους και να τους δοθεί έτσι η ευλογία για να γίνουν καλά. Όταν αυτό ήταν αδύνατο άπλωναν στο έδαφος κάποια από τα ρούχα του αρρώστου. (Δ.Α – Ν.Σ. – Ν.Μ. -Τ.Α.)

Παραμονή Αγίου Βασιλείου

Την Παραμονή του Αγίου Βασιλείου τα παιδιά αντί για κάλαντα γυρνρύσαν από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν “Κόλιαντα Μπάμπω” και η νοικοκυρά έδινε στα παιδιά καρύδια, αμύγδαλο και ξυλοκέρατα.

Την ίδια μέρα όταν όλοι μαζεύονταν στο τραπέζι ή στο σουφρά ο μικρότερος έβαζε φωτιά και θυμίαμα και περνούσε από όλους για να τους θυμιάσει και έτσι να ‘χουνε καλή χρονιά. Μετά κατέβαινε στο στάβλο και θυμίαζε και τα ζώα για να είναι γερά.

Αφού τελείωνε και το θυμίαμα των ζώων ο πατέρας έπαιρνε την “αβατή“. (αβατή η [avati] : ήταν ψωμί που το έβαζαν σ’ ένα ταψί, στον πάτο του ταψιού έβαζαν και λίγο λάδι για να μη κολλήσει το ψωμί). Πάνω στην αβατή συνήθως έκαναν και ένα σταυρό από ζυμάρι και στο κέντρο του σταυρού έβαζαν ένα σύκο ή ψίχα από αμύγδαλο.

Έπαιρνε λοιπόν ο πατέρας την αβατή και αφού έκανε πρώτα έν α σταυρό με το μαχαίρι την έκοβε και τη μοίραζε στην οικογένεια. Μετά ακολουθούσε το φαγητό. Το έθιμο της αβατής γινόταν και την παραμονή των Χριστουγέννων.Την πρώτη ημέρα του χρόνου τα παιδιά ήταν αυτά που έπρεπε να κάνουν ποδαρικό στα σπίτια. Γύριζαν λοιπόν από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν διάφορες ευχές. Όπως “Όσο βαρύ είναι το κούτσουρο, τόσο νάναι και το σακκούλι” κ.ά. (Δ.Α.)

Έθιμα του Γάμου

Ο γάμος στο χωριά κρατούσε πάνω από τρεις μέρες. Συνήθως η διαδικασία άρχιζε την Πέμπτη όταν η νύφη άνοιγε τα μπαούλα της για να δείξει την προίκα της. Φώναζε λοιπόν τη γειτονιά και τους συγγενείς και μια κοπέλα ή γυναίκα συνήθως εύθυμος και χαρακτηριστικός τύπος του χωριού άνοιγε το μπαούλο και άρχιζε να βγάζει τα ρούχα ένα ένα και να τα επιδεικνύει στους άλλους.. “Έχουμε τόσα σεντόνια, τόσες μαξιλαροθήκες” κ.ά. Τα μεγάλα στρωσίδια τα υφαντά και τις κουρελούδες τις άπλωναν σε κανένα κλαδί ή σύρμα για να φαίνονται ολόκληρα.

Την επόμενη μέρα ζύμωναν και το ψωμί για τους καλεσμένους. Καλεσμένοι στο γάμο ήταν συνήθως όλοι οι κάτοικοι του χωριού γιατί άλλοι ήταν φίλοι, άλλοι συγγενείς και όλοι λίγο ή πολύ γνωρίζονταν μεταξύ τους. Έπρεπε λοιπόν να ζυμώσουν πολύ ψωμί για να δώσουν στους καλεσμένους. Μαζεύονταν λοιπόν οι κοπέλες με τραγούδια και χαρές και ζύμωναν το ψωμί και επειδή ήταν στιγμές χαράς και κεφιού διασκέδαζαν λίγο παραπάνω κάνοντας διάφορα αστεία. Πετούσαν για παράδειγμα αλεύρι η μία στην άλλη και στο τέλος στεινόταν ο χορός.

Το κάλεσμα για το γάμο γινόταν ως εξής: Οι συγγενείς της νύφης και του γαμπρού γυρνούσαν στα σπίτια με ένα πιατάκι με στραγάλια και σταφίδες και ένα ποτηράκι ούζο. Έτσι λοιπόν το κέρασμα αυτό ήταν και η επίσημη πρόσκληση για το γάμο. Πρόσφεραν ακόμα λουλούδια στολισμένα με τέλια.

Το βράδυ της παραμονής του γάμου ξεκινούσαν από το σπίτι του γαμπρού ο κουμπάρος και οι συγγενείς του γαμπρού και πήγαιναν τραγουδώντας στο σπίτι της νύφης για να της προσφέρουν πάνω σ’ ένα δίσκο τα παπούτσια και διάφορα άλλα δώρα.

Η νύφη και οι συμπέθεροι περίμεναν εκεί, τους υποδέχονταν στον καλό οτάς και τους κερνούσαν από όλα τα καλά που μπορούσαν να έχουν.

Αφού τελείωνε το φαγοπότι η νύφη τους έδινε και τα δικά τους δώρα. Όλοι έπαιρναν και κάποιο δώρο. Το καλύτερο δώρο για τον πεθερό και την πεθερά, ακολουθούσαν μικρότερα δώρα για τους υπόλοιπους. Ανάλογα με τον βαθμό συγγένειας που είχε ο καθένας έπαιρνε και το δώρο του μέχρι που στο τέλος μπορούσαν τα δώρα να είναι και απλά μαντήλια. Και αυτό ακόμα το δώρο όμως είχε μεγάλη αξία τότε.

Την ημέρα του γάμου τα παιδιά ξεκινούσαν με χορούς και τραγούδια κρατώντας “τάλ0ια” (τάλια η [tála] & τάγια η [tája] : (ραπτ.) το τμήμα του σώματος ανάμεσα στους ώμους και στους γοφούς και το αντίστοιχο τμήμα του ρούχου: Kοντή / μακριά ~[ιταλ. taglia· βεν. tagia) και ούζο και πήγαιναν στο σπίτι της νύφης. Η νύφη βέβαια τους περίμενε και είχε από πριν ετοιμαστεί. Την είχαν ντύσει και στολίσει οι κοπέλες και πριν να φύγει από το σπίτι περνούσε ο πατέρας της, η μάνα της  και τ’ αδέλφια της, την “ασπάζονταν” και της έδιναν την ευχή τους. Αυτή η στιγμή ήταν λυπητερή για όλους. Ήταν ένας χωρισμός και έτσι τον βίωναν όλοι. Άρχιζαν λοιπόν τραγούδια λυπητερά που τα συνόδευαν με δάκρυα στα μάτια.

Έφτανε λοιπόν η πομπή με τον γαμπρό αρχηγό για να πάρουν την νύφη. Ο γαμπρός περιμένει κάτω στην αυλή του σπιτιού. Η νύφη κατεβαίνει τη σκάλα, κάνει το σταυρό της και φιλάει ξανά τη μάνα της.

Η πομπή έχει πλέον ολοκληρωθεί και ξεκινάει για την εκκλησία. Μπροστά πηγαίνει ο γαμπρός και πίσω η νύφη με τον κουμπάρο.

Η προίκα της νύφης είναι φορτωμένη σε ένα άλογο συνήθως άσπρο. Τα μπαούλα στη ράχη δεξιά και αριστερά και πάνω τους άπλωναν τα στρωσίδια (στρωσίδι το [strosíδi]  : ό,τι στρώνεται κυρίως σε κρεβάτι (σεντόνια, κουβέρτες κτλ.) ή και σε δάπεδο (χαλί, κουρελού κτλ.)) για να φαίνονται. Πάνω στα στρωσίδια έβαζαν να κάθεται ένα παιδάκι που με πολύ καμάρι είχε την ευθύνη να μεταφέρει την προίκα της νύφης.

Όταν η πομπή έφτανε στην αγορά γινόταν μία στάση για χορό και τραγούδι. Η επόμενη στάση για χορό ήταν έξω από την εκκλησιά.

Όταν σταματούσε ο χορός έμπαιναν όλοι στην εκκλησία για να παρακολουθήσουν την τελετή. Όταν τελείωνε το μυστήριο η πομπή ξεκινούσε πάλι και έφτανε στο σπίτι του γαμπρού. Εκεί περίμενε η πεθερά που κατέβαινε και πρόσφερε στη νύφη ένα κουλούρι ζυμωμένο. Η νύφη έκανε το σταυρό της έσπαζε το κουλούρι και το πετούσε στα τέσσερα σημεία, μπροστά, πίσω, δεξιά και αριστερά της. Οι νέοι και οι νέες προσπαθούσαν να πάρουν αυτά τα κομμάτια για να τα βάλουν το βράδυ κάτω από το μαξιλάρι για να δουν το μελλοντικό τους σύντροφο.

Η πεθερά συνόδευε τη νύφη, ανέβαιναν μαζί τη σκάλα και πριν να μπούνε στο σπίτι η νύφη πατούσε ένα – δύο πιάτα τα έσπαγε και η πεθερά την οδηγούσε με ένα αναμμένο κερί στον οντά. Ακολουθούσε αμέσως γλέντι μέχρι το πρωί.

Την άλλη μέρα του γάμου όταν σκούπιζαν το σπίτι, τα ρύζια τα λουλούδια και ότι άλλο είχε πέσει στο πάτωμα τα μάζευαν και τα έριχναν σε ξεχωριστό μέρος γιατί όλα αυτά δεν ήταν σκουπίδια και τους έπρεπε διαφορετικός χώρος.

Μετά από δύο μέρες γινόταν επίσκεψη από τη μάνα της νύφης στην κόρη της. Πήγαινε να δει πως περνάει η κόρη της και αν όλα (τη νύχτα του γάμου) πήγαν καλά. Εφερνε μαζί της γλυκά, συνήθως σαραγλί και διάφορα άλλα κεράσματα. Έτσι ολοκληρώνεται και όλη η τελετουργική διαδικασία του γάμου.

Τα πιο παλιά χρόνια οι γεροντότεροι θυμούνται ότι για να μπορέσουν οι γαμπροί να πάρουν τη νύφη έπρεπε να ανέβουν σε ένα στύλο τον “χάβρο” που ήταν αλειμμένος με κολοκύθι για να γλιστράει και στην κορυφή υπήρχε ένα μήλο ή ένα κόκκινο μαντήλι. Έπρεπε λοιπόν να κατεβάσουν το μήλο ή το μαντήλι, να το προσφέρουν στη νύφη και μόνο τότε αυτή θα γινόταν γυναίκα τους.Ακόμα τα χρόνια εκείνα οι νύφες δεν φορούσαν άσπρα ρούχα τη μέρα του γάμου τους αλλά φορούσαν τη μακεδονίτικη φορεσιά με τα γιορντάνια (γιορντάνι το [jordáni] : (λαϊκότρ.) περιδέραιο, κολιέ από χρυσά ή ασημένια φλουριά), τα φλουριά, τις πόρπες (πόρπη η [pórpi] :  ξάρτημα, συχνά μεταλλικό, που ενώνει δύο άκρες (ζώνης, ιμάντα κτλ.), που κουμπώνει κτ. (ένδυμα, τσάντα κτλ.) ή που παίζει διακοσμητικό ρόλο (σε ρούχα, σε παπούτσια κτλ.) στη μέση και τα τσεμπέρια ( τσεμπέρι το [tsembéri] μαντίλι για το κεφάλι από λεπτό ύφασμα, που το φορούν οι γυναίκες ιδίως στα χωριά, και του οποίου τις δύο άκρες τις δένουν είτε πάνω από το μέτωπο είτε πίσω στο λαιμό, αφού τις περάσουν σταυρωτά κάτω από το σαγόνι· (πρβ. φακιόλι)) στο κεφάλι. (Δ.Α. – Ν.Σ. – Ν.Μ.)

Τα Καρναβάλια

Στο Βερτίσκο τα καρναβάλια γίνονταν τα Θεοφάνια. Τότε ήταν που ντύνονταν με άλλες φορεσιές ο κόσμος και έκαναν γιορτές. Συνήθως έντυναν κάποιο νέο τσολιά και μία νέα νύφη. Γινόταν στη συνέχεια η απαγωγή της νύφης και οι δικοί της θα έπρεπε να πληρώσουν χρήματα για να την πάρουν πίσω. Εκείνη την ημέρα όλοι έτρωγαν “φασουλάδα” μετά δε τον αγιασμό έπαιρναν το αγιασμένο νερό και ράντιζαν τα χωράφια για νά ‘χουνε καλή σοδειά. (Δ.Α.)

Γιατροσόφια & Φυτικά Χρώματα

Γιατροσόφια & Φυτικά Χρώματα

Όλα τα γιατροσόφια προέρχονταν από χόρτα και βότανα της περιοχής. Το σινάπι (σινάπι το [sinápi]  μονοετής ή πολυετής πόα που οι σπόροι της έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες και σε μορφή αλεύρου, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή μουστάρδας. ) για παράδειγμα το χρησιμοποιούσαν για εντριβές στο κρυολόγημα ή τα πιασίματα.

Αυτό όμως που έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι τα χρώματα που μπορούσαν να παρασκευάσουν από μερικά φυτά.

Όπως αναφέραμε στο χωριό υπήρχε η βιοτεχνία της κατσικότριχας. Το μαλλί αυτό το έβαφαν με διάφορα χρώματα που παρασκεύαζαν από τα φυτά. Κατά μήκος των μπαξέδων ( μπαξές ο [baksés] & μπαχτσές ο [baxtsés] (λαϊκότρ.) : κήπος, περιβόλι) του χωριού φύτρωνε ένα φυτό που μοιάζει πολύ με το ριζάρι (ριζάρι το [rizári] : φυτό που καλλιεργούνταν για την κόκκινη χρωστική ουσία που περιέχουν οι ρίζες του ~ Το ριζάρι είναι μία από τις βασικές φυτικές χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούσαν στα Αμπελάκια για τη βαφή των υφασμάτων ~ βγαζε ένα ζωηρό κόκκινο χρώμα). Στον Βερτίσκο το φυτό αυτό το ονομάζουν “Λιχρίδα” το οποίο είναι το ίδιο ή έχει τις ίδιες χρωστικές ιδιότητες με το ριζάρι. Τα “λιχρίδια” είναι μία ρίζα λευκή που βάφει τα χέρια με ένα σκούρο χρώμα αλλά όταν βράζει στο νερό, βγάζει ένα χρώμα ζωηρό κόκκινο. Με αυτό τον τρόπο έβαφαν και τα κόκκινα αυγά το Πάσχα.

Επίσης χρώμα βγάζει το “φτασμένο” φύλλο της ροδακινιάς. (Το φύλλο που ξεφεύγει από το πράσινο και αρχίζει να κοκκινίζει). Επίσης οι φλούδες από το φρέσκο μέλιο δίνουν ένα μπλε χρώμα. Αυτές οι φλούδες ήταν και φάρμακο για τις κότες. Όταν οι κότες δεν φαίνονταν καλά έβαζαν στο νερό τους φλούδες από μέλιο και μετά από λίγο καιρό οι κότες συνέρχονταν. (Δ.Α.)

Μαγικά Δρώμενα

Ο προσδιορισμός του φύλου του παιδιού που θα γεννηθεί.

Όταν τελείωνε το υφαντό σε κάποιο αργαλειό, έπαιρναν το ξύλο (αυτό που έβαζαν πάνω στο αυτί) που γύρω του τύλιγαν τις κλωστές και το άφηναν σε ένα σταυροδρόμι. Έλεγαν λοιπόν ότι το φύλο του ανθρώπου που θα περάσει πάνω από το ξύλο θα είναι το ίδιο με το φύλο του παιδιού που θα γεννήσει η εγκυμονούσα κοπέλα. Δηλαδή “παιδί” (αγόρι) αν περάσει άνδρας και κορίτσι αν περάσει γυναίκα. Πολλές φορές βέβαια αν κοίταζαν πως έρχεται κάποια γυναίκα πήγαιναν και τη σταματούσαν για να είναι άνδρας αυτός που θα περάσει πάνω από το ξύλο και να γεννηθεί “παιδί”. (Δ.Α.)


Επιλέξτε κείμενο εξώφυλλου και δείτε το περιεχόμενο

Μετάβαση στο περιεχόμενο